Ξύπνησα το πρωί με πολύ βαρύ κεφάλι. Με κόπο σηκώθηκα από το κρεββάτι.
«Τι κεφάλι» μονολόγησα.
Μπήκα στην κουζίνα, άνοιξα μηχανικά το ντουλάπι και πήρα το μπρίκι του εσπρέσσο. Έβαλα μια γενναία δόση καφέ, νερό και άναψα το γκαζάκι.
Οι φλόγες ήταν γαλάζιες. Το αφηρημένο βλέμμα μου χάθηκε μέσα τους...
Θα μπορούσα να ορκιστώ ότι για δύο δευτερόλεπτα είχα δει μέσα στις μικρές φλογίτσες ένα χαιρέκακο χαμόγελο.
ΦΦΦΦΦΦΦΦΦΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣ.....
Πετάχτηκα!! Ο καφές είχε ξεχειλίσει από την καφετιέρα. Άρπαξα το μπρίκι και κάηκαν τα δάχτυλά μου. Πέταξα με δύναμη το μπρίκι μες στον νεροχύτη. Ο καφές χύθηκε σχηματίζοντας μια μικρή καφέ λίμνη.
Βλαστήμησα. Ντύθηκα και πήγα στο γραφείο.
Φτάνοντας κάτω από το κτίριο, το βλέμμα μου έπεσε πάνω στην επιγραφή
«ΣΜΑΡΤ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ» και δίπλα, το σύμβολο της εταιρίας, ένα κόκκινο τρίγωνο με έναν λευκό κύκλο στη μέση.
«Αλλο ένα μεροκάματο του τρόμου» σκέφτηκα.
Δούλευα εκεί τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Ήμουν υπεύθυνος επενδύσεων και το αγαπημένο παιδί του Διοικητικού Συμβουλίου. Είχα σπουδάσει οικονομικά σε κρατικό πανεπιστήμιο και είχα κάνει το μεταπτυχιακό μου στην Αμερική.
Η Αμερική.... Εκείνα τα χρόνια, όταν τελείωσα το μεταπτυχιακό μου και γύρισα στη χώρα μου, όλοι με κοίταζαν με θαυμασμό στο άκουσμα της λέξης «Αμερική» και «μεταπτυχιακό» στην ίδια πρόταση.
Τώρα που το σκέφτομαι... σπουδαία τα λάχανα. Δεν νομίζω να είχα καταφέρει πολύ λιγότερα πράγματα χωρίς τις περγαμηνές και τα πτυχία. Ίσως να έπαιρνα πολύ λιγότερα λεφτά, αλλά νομίζω ότι θα είχα την ίδια εκτίμηση από συναδέλφους, υπαλλήλους και ανώτερούς μου.
Θυμάμαι ότι γυρίζοντας από Αμερική, είχα πέσει με τα μούτρα στην αναζήτηση εργασίας, σε αντίθεση με άλλους συμφοιτητές μου, που είχαν πέσει με τα μούτρα στα γκομενάκια και τη νυχτερινή ζωή.
«Να ξεσκάσουμε λίγο ρε Αλαν. Δύο χρόνια στην Αμερική όλο διάβασμα και διάβασμα ήμασταν και οι λιγοστές γκόμενες που μας τύχαιναν ήταν ή ανωμαλιάρες, ή λυσσάρες, ή νέγρες ή χοντρές λάτρεις των τσίζ μπεργκερς και της κοκα κόλα. Ασε να πιάσει το χεράκι μας και κανένα τρυφερό κωλαράκι πριν αρχίσουμε να δουλεύουμε!» μου είχε πει ο κολλητός μου ο Σωτήρης, που ήταν φίλος μου από την Δευτέρα Λυκείου. Εκείνος ήταν πάντα ο πιο ζωηρός, ενώ εγώ ο πιο ήσυχος. Συμπληρώναμε ο ένας τον άλλον όμως. Μαζί διαβάζαμε, μαζί σπουδάσαμε, μαζί πήγαμε στο Αμέρικα, μαζί μείναμε, μαζί βγαίναμε και μόνο όταν διαφορετικές γκόμενες μας γούσταραν, χώριζαν οι δρόμοι μας τα βράδια.
Μεταξύ μας, τύχαινε καμιά φορά να μας γουστάρει και τους δύο μια γυναίκα , ε, και δεν της το χαλούσαμε το χατήρι....!
Αλαν ήταν το όνομα που μου είχαν κοτσάρει δύο χρόνια στην Αμερική. Το πραγματικό μου όνομα ήταν ... Μενέλαος. Θυμάμαι, λίγο καιρό μετά την εγκατάστασή μας στην Νέα Υόρκη με τον Σώτο, είχαμε γνωρίσει δύο κορίτσια από την Γαλλία, που είχαν τελειώσει τις σπουδές τους αλλά είχαν αποφασίσει να μείνουν άλλον ένα χρόνο στην Αμερική και να δουλέψουν.
Όταν μας ρώτησαν τα ονόματά μας, ο Σωτήρης έξυπνα απάντησε «Σώτος» κι έτσι δεν αντιμετώπισε πρόβλημα, παρά μόνο στο θέμα του τονισμού του ονόματός του, μιας που τα κορίτσια τον φώναζαν συνεχώς «Σωτός». Μόλις ξεστόμισα εγώ το «Μενέλαος», ξεράθηκαν! Με κοιτούσαν και οι δύο άφωνες και μετά άρχισαν τις άκαρπες προσπάθειες προφοράς του ονόματός μου. «Μελά», «Μελελά», «Μενελά», «Μελός», «Μενά» κι ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε άκουσα εκείνη τη βραδιά. Μέχρι που ξαφνικά η μία από τις δύο ξεφώνισε «Alain!!! Mais, oui!! C’est Alain!!!» και η άλλη χειροκρότησε όλο χαρά και, φιλώντας την φίλη της στο μάγουλο, αναφώνησε «Yes, you are Alan! You seem like an Alan!».
Περιττό να σας πω ότι ο Σώτος είχε πέσει κάτω από τα γέλια κι όλο το βράδυ με αποκαλούσε Αλέν Ντελόν, μέχρι την ώρα που «χώρισαν» οι δρόμοι μας, γιατί εγώ θα έπαιρνα την Μπεατρίς (αυτήν που ξεφώνησε όλο χαρά το «Alain! Alain!») στο σπίτι που είχαμε νοικιάσει με τον Σώτο, ενώ αυτός θα πήγαινε με την Λουίζ στο σπίτι των κοριτσιών...
Η... «νονά» μου, η Μπεατρίς , εκτός από αυτό το παρατσούκλι, μου χάρισε και μια βραδιά με αχαλίνωτο, χυδαίο και στα όρια της ανωμαλίας σεξ!! Πολύ το φχαριστήθηκα!!!
Το επόμενο πρωί, σηκωθήκαμε, ήπιαμε καφέ, με φίλησε παθιασμένα στο στόμα και μου είπε ότι πρέπει να φύγει γιατί η Λουίζ θα την περιμένει σπίτι και θα την μάλωνε αν αργούσε κι άλλο. Ντύθηκε κι έφυγε στο φτερό. Εγώ έκανα μια γκριμάτσα απορίας και ήπια μια γουλιά καφέ γνεφοντας από μακριά.
Μισή ώρα μετά, κι ενώ εγώ έπινα τον καφέ μου, μπήκε ο Σώτος στο σπίτι αναφωνώντας «I looove America!!» και σκάσαμε κι οι δύο στα γέλια.
Αφού μοιραστήκαμε τις εμπειρίες μας και δώσαμε την ανάλογη βαθμολογία στην κάθε ... «διαγωνιζόμενη» (σαν σωστοί άντρες) ανάψαμε ένα τσιγάρο.
«Ρε Σώτο, είπαμε ότι εδώ που ήρθαμε θα το κόψουμε, δεν είπαμε?» του φώναξα σε μια φάση.
«Ναι φιλαράκι, το’παμε, αλλά η υπόθεση σηκώνει τσιγάρο»
«Ποιά υπόθεση? Ότι πηδήξαμε δυο Γαλλίδες στην Αμερική, ακόμα καλά-καλά δεν ήρθαμε?»
«Όοοοχι, όχι αυτό. Αλλά τι σου λέει το γεγονός ότι πηδήξαμε δύο λεσβίες Γαλλίδες στην Αμερική που παραμένουν εδώ και δεν γυρίζουν στη Γαλλία, για να μπορούν να συζούν και να κάνουν σεξ ελεύθερα, μεταξύ τους, με άλλους, με άλλες, ή ακόμα και να μοιράζονται τον ίδιο ή την ιδια παρτενερ??? Ε.. Αλαν??»
Μου ‘πεσε το τσιγάρο από τα χέρια.
Ήμουν μακριά από τη χώρα μου λοιπόν, δεν χωρούσε αμφιβολία. Κι ήμουν πια ο Άλαν, κι όχι ο Μενέλαος.
4 comments:
Συγγνώμη δηλαδή... οι "ανωμαλιάρες, οι λυσσαρες και οι νέγρες" τον χαλούσαν τον τύπο;
Δεν μπορώ να σας καταλάβω εσάς των μεταπτυχιακών....
Οχι "εμάς" αγαπητέ μου. "Αυτούς!" να λες καλύτερα. ...ούτε εγώ τους έχω καταλάβει...
Η δική μου, πραγματική, ιστορία είναι πολύ διαφορετική από των ηρώων μου.
Αχ! Που τις σκέφτεται αυτές τις ιστορίες το πονηρό μυαλό σου???
Μου αρέσουν όμως!!!!
Τις καλημέρες μου βατραχάκι
καλημέρα evitάκι μου!!! Είμαι πονηρό βατραχάκι, λές?
Post a Comment