3.12.2007

ΒΑΛΙΑ - μέρος 1ο

Με λένε Βάλια

Θα σας πω την ιστορία μου.

Είναι μια συνηθισμένη ιστορία, μόνο που στα δικά μου μάτια φαίνεται ιδιαίτερη.

Μετά από χρόνια, μπορεί και σε μένα να φανεί συνηθισμένη τελικά.

Μα τα χρόνια δεν θα περάσουν για μένα…

Με λένε Βάλια.

Σε λίγο θα φύγω.

Μα πριν φύγω, την ιστορία μου θέλω να σας πω.
………..

- «Ναι μητέρα. Ο,τι πείτε. Θα το κανονίσω εγώ, μην σας απασχολεί καθόλου»

-…..

- «Μα ναι. Ασφαλώς και θα κανονίσουμε με τον δικό σας γιατρό, μην ανησυχείτε. Ε… μητέρα, σας αφήνω τώρα γιατί μου χτυπάνε το κουδούνι. Αντίο»

κλάτς!

Της το έκλεισα στη μούρη της… «μητέρας». Από τότε που παντρεύτηκα το γιο της, σχεδόν απαιτούσε να την αποκαλώ έτσι. Λες κι εγώ δεν είχα μάνα. Βεβαίως και είχα. Αλλά όχι, η «μητέρα» ήταν το κάτι άλλο, θεϊκό, ανώτερο κι έπρεπε καλά και σώνει να την αποκαλώ έτσι, κι ας μην με είχε εκείνη αποκαλέσει ούτε μία φορά «κόρη» της.

Την χαλούσε πάρα πολύ το γεγονός ότι ήμουν ο πρώτος γάμος του γιου της, ενώ για μένα αυτός ήταν ο δεύτερος γάμος. Δεν με ενδιέφερε όμως. Καθόλου δεν με ενδιέφερε.

Τον πρώτο τον είχα παντρευτεί πολύ μικρή, για εκείνα τα χρόνια. Ήμουν είκοσι τριών χρονών κι αυτός τριάντα. Σε άλλες εποχές θα μπορούσε κανείς να με αποκαλέσει και «μεγαλοκοπέλα» στα είκοσι τρία. Αλλά στη δική μου την εποχή αυτή η ηλικία ήταν πλέον μικρή για γάμο….

Έτσι, παντρεύτηκα! Και σε ενάμιση χρόνο χώρισα. Τον έπιασα στα πράσα με την καλύτερή μου φίλη. Συνηθισμένο, ε? Για φαντάσου που καταντήσαμε… Να μας φαίνεται συνηθισμένο να μας κερατώνει το ταίρι μας με τον πιο κοντινό μας άνθρωπο.

Χώρισα λοιπόν στα είκοσι πέντε μου. Κι έμεινα μόνη. Ολομόναχη και μελαγχολική.

Ο καιρός περνούσε και τίποτα δεν άλλαζε. Μέχρι που, εντελώς ξαφνικά, ήρθε στη ζωή μου ο Στέφανος.

Ήταν ένα βροχερό απόγευμα, θυμάμαι. Μόλις είχα σχολάσει από τη δουλειά μου. Ήμουν εξαντλημένη γιατί εκείνη την εποχή είχαμε πάρα πολλή δουλειά και για να ξεχάσω την πίκρα μου για το κέρατο που είχα φάει, δούλευα σκληρά, δούλευα υπερωριακά, δούλευα και σαββατοκύριακα. Το αποτέλεσμα ήταν σε τρία χρόνια να έχω πάρει δύο προαγωγές και να έχω σχεδόν διπλασιάσει το μισθό μου.

Βγαίνοντας από το κτίριο των γραφείων μας, είδα ότι έβρεχε δυνατά και άνοιξα την ομπρέλα μου τρέχοντας προς το αυτοκίνητό μου. Τα πεζοδρόμια ήταν μούσκεμα και γεμάτα μισολιωμένα φύλλα. Δεν ήθελα να βραχώ κι έτρεχα. Τα ψηλά μου τακούνια όμως δεν είχαν την ίδια γνώμη και αποφάσισαν να πατήσουν ένα φύλλο, να απογειωθούν και να με προσγειώσουν πάνω στο παγωμένο και βρεγμένο πεζοδρόμιο.

Ο πόνος ήταν τόσο αφόρητος που άνοιξα το στόμα μου και έβγαλα ακατονόμαστες φράσεις. Έβριζα θεούς και δαίμονες, την τύχη μου μέσα, το φελέκι μου και τη γκαντεμιά μου. Και το κερασάκι στην τούρτα? Το δεξί τακούνι είχε σπάσει!

Πεσμένη μέσα στα νερά, έπιασα την τσάντα και την ομπρέλα μου που είχαν πέσει λίγα εκατοστά πιο πέρα και προσπάθησα να σηκωθώ.

Εκείνη τη στιγμή ένα χέρι με έπιασε από το μπράτσο.

«Να σας βοηθήσω? Είστε καλά?»

Ήταν ένας νεαρός. Δεν κρατούσε ομπρέλα, μα φορούσε τζιν και ένα μπουφάν με κουκούλα.

Τον κοίταξα με γουρλωμένα μάτια.

«Είστε καλά? Θέλετε βοήθεια?»

«Εεε, όχι, ευχαριστώ, καλά είμαι» του απάντησα και πήγα να σηκωθώ.

Εκείνος συνέχισε να με κρατάει από το αριστερό μπράτσο και με τράβηξε απαλά..

Σηκώθηκα, τακτοποίησα τα κατεστραμμένα μαλλιά μου και είπα ένα ξερό «ευχαριστώ».

«Μένετε εδώ κοντά?»

«Όχι, στο αυτοκίνητό μου πάω, ευχαριστώ» απάντησα και του έδειξα την απέναντι γωνία.

Πέρασα το στενό δρόμο μέσα στη βροχή. Στεκόμουν μπροστά στο αυτοκίνητό μου, έτοιμη να μπω όταν μου φώναξε «Δεσποινίς!» και γύρισα να τον κοιτάξω.

«Με λένε Στέφανο! Χαίρω πολύ!»

«Κι εμένα Βάλια. Χάρηκα»

«Εδώ δουλεύεις?» και μου έδειξε το τεράστιο γυάλινο κτίριο.

«Ναι» απάντησα κάνοντας μια γκριμάτσα.

«Εντάξει Βάλια. Ίσως να τα ξαναπούμε λοιπόν. Καλό βράδυ»

«Καλό βράδυ!». Άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα.

Έβαλα μπρος και ξεπάρκαρα. Προχωρώντας στο στενάκι για να βγω στη μεγάλη λεωφόρο τον είδα λίγο πιο μπροστά. Περπατούσε μες τη βροχή. Μόλις έφτασα δίπλα του κατέβασα το τζάμι του συνοδηγού.

«Μένεις εδώ κοντά Στέφανε?» του είπα και δεν πίστευα στ’αυτιά μου ότι είχα πιάσει κουβέντα μ’έναν άγνωστο.

«Μένω κοντά στην εκκλησία, στα επόμενα φανάρια».

«Μπες μέσα, να σε πάω. Θα γίνεις μούσκεμα» είπα, εκπλήσσοντας πάλι τον ίδιο μου τον εαυτό.

Μπήκε στο αυτοκίνητο και κατέβασε την κουκούλα του. Είχε καστανόξανθα μαλλιά και μελί μάτια. Τον κοίταξα για τρία δευτερόλεπτα, έβαλα πρώτη και φύγαμε.

Σε πέντε λεπτά φτάσαμε κάτω από το σπίτι του.

«Σ’ευχαριστώ πολύ» μου είπε «Με έσωσες από βέβαιο πνιγμό»

«Εγώ σ’ευχαριστώ που μ’έσωσες από βέβαιο ρεζίλι!» είπα γελώντας έντονα.

«Βάλια, θες να μου δώσεις το τηλέφωνό σου?»

Τον κοίταξα πάλι για τέσσερα δευτερόλεπτα αυτή τη φορά και του απάντησα δίνοντάς του τον αριθμό του τηλεφώνου μου.

Δεν ζήτησα το δικό του. Δεν χρειαζόταν. Αν με ήθελε, ήξερε πού να με βρει.

Γύρισα σπίτι μου. Ευτυχώς εκεί με περίμενε ένα ζεστό πιάτο φαγητό, η ταραχή της μαμάς μου που με είδε με σπασμένο τακούνι και βρεγμένη ως το κόκκαλο και η καχυποψία του μπαμπά μου που σχολίασε κοροϊδευτικά τα χάλια μου.

Την άλλη μέρα το πρωί, περιποιημένη και έχοντας ξεχάσει το χτεσινό συμβάν, έμπαινα στο κτίριο των γραφείων όπου εργαζόμουν.

Εκείνη τη στιγμή, στο κινητό μου ακούστηκε ο ήχος του εισερχόμενου μηνύματος.

Ήταν ένας αριθμός που δεν είχα ξαναδεί και το μήνυμα έλεγε:

«ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΜΙΚΡΗ ΜΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΣ»

(συνεχίζεται….)

14 comments:

patsiouri said...

Kάτι μου λέει πως θα σε ικετεύουμε όλοι γονατιστοί για τη συνέχειααα...
Και δέν έχει εφευρεθεί ακόμα ο τρόπος του γανατίζειν στο διαδίκτυο!
Χμ, my second life???

Μήνα του μέλιτος πάντως να πάνε στο Λιχνεστάιν!!
Καλό μεσημέρι βατραχάκι!

anima rana said...

α χα χα χα χααα!!!! Πάλι το Λιχνεστάιν στη μέση??? Με προκαλείς patsiouri! Θα κάνω τη Βάλια λαθρέμπορο ράβδων χρυσού από Λιχτενστάιν!! χι χιχι χι

annamaria said...

Ωχ,
απο σημερα καθε μερα εδω με βλεπω!!
Τα φιλια μου!!

anima rana said...

anna maria, η παρουσία σας μας τιμά ιδιαιτέρως!

annamaria said...

Mε την ιστορια σου, καταφερες να γλυτωσεις την προσκληση των πεντε λεξεων!!
Δε θελω βλεπεις να σε βγαλω απο τη σειρα σου!!
Τυχερηηηηηηηη !!
Φιλακια!!

patsiouri said...

Mπορεί να τις προσθέσει στο επόμενο επεισόδιο τις 5 εκείνες λέξεις!
Άννα Μαρία ευχαριστώ και από'δώ για την πρόσκληση, τρέχω τώρα αλλά αύριο θα καλέσω κι άλλους και θα δώσω και τις δικές μου λέξεις( έτσι δέ γίνεται??)
Το βατράχι θα το καλέσουμε και οι δύο!

Κάντη λαθρέμπορο και άν περισσέψει καμιά ράβδος μπορεί να τη χρησιμοποιήσει στον..πισινό του πρώην της! ( πώς κάνεις με το μαχαίρι που μπήγεις στο κέικ να δείς άν είναι έτοιμο..)

Ασκαρδαμυκτί said...

Εγώ πάλι είμαι σε "άλλη φάση" και θα κάνω μαρξιστική ανάλυση του Α' μέρους: Ο καπιταλισμός έχει ανάγκη δυστυχισμένων και κερατωμένων γυναικών!
Γιατί μη μου πεις ότι η Βάλια στη μετά Στέφανο εποχή δούλευε τόσες υπερορίες;

Hlias said...

Ξεκινησε η ανιμα καινουρια ιστοριουλα και ολοι οι κατοχοι blogs θα κανουν βολτες περιμενοντας την συνεχεια...Με την πεθερα θα παιχτει το παιχνιδι ε; το βρηκα; το βρηκα ε;...ελα μωρε και θα μας φαει η αγωνιααααα!!!


καλησπερα και...ΑΝΤΕ ΤΕΛΕΙΩΝΕΕΕ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ!!!!


:)

annamaria said...

Δικιο εχεις patsiouri μας!
Ναι, ετσι γινεται, γραφεις την ιστορια με τις λεξεις που σου δινουν και μετα βαζεις εσυ πεντε λεξεις και πεντε blogοφιλους!!

Βατραχακι μου μη στεναχωριεσαι,θα τα καταφερεις εσυ!!
Ελα να παραλαβεις την προσκληση, αν θελεις!!!!
Φιλακια!!

patsiouri said...

Ετοιμη η πρόσκληση, έλα από το μπλόγκ, έχω κάνει update!

anima rana said...

Eρχομαι, έρχομαι. Απλά αυτόν τον καιρό δουλεύω ... υπερωριακά και δεν προλαβαίνω!

Ασκαρ, θα δεις τη συνέχεια και θα καταλάβεις ότι τελικά μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Η δουλειά τρώει τον αφέντη και τον έρωτα!

Ηλία και με πεθερά θα γίνει σκηνικό, αλλά ποιά πεθερά???

Anonymous said...

Τι καλά!! Καινούρια ιστοριούλα και love story! Μ'αρέσει!!

avissos said...

αχ αυτή η Βάλια!θα μας κόψει τις ανάσες!αλλά ο Στέφανος φταίει..πολύ αργεί!ψιτ!πες του κάτι;)

anima rana said...

evita & avissos, στις διαταγές σας!!!!