Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος. Λυπημένος. Ο ουρανός με κοιτούσε με οίκτο, λες και ήξερε ότι θα είχα ένα δύσκολο πρωινό. Περπάτησα αργά και σταθερά μέχρι την πύλη. Προχώρησα και έψαξα με το βλέμμα μου κάποια επιγραφή που θα με καθοδηγούσε στο γραφείο που έψαχνα. Την βρήκα. Ανέβηκα τα δέκα σκαλάκια και μπήκα μέσα.
-«Καλημέρα σας» είπα. «Θα ήθελα πληροφορίες σχετικά με παράταση τριετίας»
«Εννοείτε παράταση της εκταφής?» ρώτησε η υπάλληλος.
«...Ναι» απάντησα, με μια μικρή πίκρα. Η παράταση της τριετίας ακουγόταν λιγότερο ωμή από την παράταση εκταφής.
«Μου λέτε λίγο το όνομα του νεκρού?» Συνέχισε αδιάφορα η υπάλληλος.
Εγώ απάντησα ευλαβικά.
«ΠΩΣ?»
Ξαναπροφέρω το όνομα, λίγο πιο επιθετικά αυτή τη φορά.
Κλακ κλακ κλακ (πληκτρολόγιο υπολογιστη)
Κλακ κλακ...
«Λυπάμαι, ο τάφος είναι β’ κατηγορίας» δηλώνει η υπάλληλος.
«Β’ κατηγορίας? Και τι θα πει αυτό?» ρωτώ με βλέμμα όλο απορία.
«Θα πει ότι πρέπει να πάτε το Δημαρχείο (!) και να συναντηθήτε με τη γραμματέα του Δημάρχου (!!) και να ζητήσετε παράταση»
(Κύριε των δυνάμεων...)
Αποχωρώ από το γραφείο, ψελλίζοντας ένα ξερό «ευχαριστώ, γεια σας». Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος ακόμα και ένα ελαφρύ ψυχρό αεράκι με χτύπησε στο πρόσωπο. Πήρα λουλούδια και ένα κεράκι και κατευθύνθηκα στον … β’ κατηγορίας τάφο του αγαπημένου μου προσώπου. Στη διαδρομή έβριζα θεούς και δαίμονες, την τύχη μου, το καταραμένο σύστημα, την υπάλληλο, τον δήμαρχο, τη γραμματέα του και τα παπούτσια μου που με είχαν πεθάνει στον πόνο γιατί ήταν ψηλοτάκουνα.
Εφτασα στον τάφο, έβαλα τα λουλούδια στις ανθοστήλες, άναψα κι ένα μοσχοθυμίαμα. Εκατσα λίγα δευτερόλεπτα και μετά αποφάσισα να ανάψω και το κερί κι έτσι είδα ότι κάποιος μου είχε ξηλώσει ένα κομμάτι μάρμαρο που χρησίμευε σαν βάση για το φαναράκι του τάφου. Αρχισε δεύτερος γύρος γκρίνιας και μουρμούρας, αυτή τη φορά κοιτώντας εκεί ψηλά τον ουρανό που συνέχιζε πεισματικά να είναι συννεφιασμένος και πλέον θυμωμένος. Άναψα το κερί, στάθηκα για άλλα λίγα δευτερόλεπτα και μετά έφυγα.
…………………….
«Γειά σας!!»
- (σιγή συνοδευόμενη από αδιάφορο βλέμμα)
«Εεεε.. θα ήθελα να ρωτήσω πληροφορίες για παράταση εκταφής.»
«Θα ανεβείτε στον τέταρτο όροφο και θα πάτε στο γραφείο του Δημάρχου. Αλλά όχι από εδώ, από την άλλη είσοδο»
«Από την είσοδο που είναι από την άλλη πλευρά?»
«Ναι»
Το Δημαρχείο έχει δύο εισόδους. Μία στον κεντρικό δρόμο και μία στην πίσω πλευρά του κτιρίου. Εχοντας παρακάρει στην πίσω πλευρά του κτιρίου, εμφανίστηκα σ’εκείνη την είσοδο.
Ερώτηση κρίσεως. Αν ένα κτίριο έχει δύο εισόδους, εσύ πας στη μία και αυτοί σου λένε πήγαινε στην άλλη πλευρά. Εσύ τι καταλαβαίνεις???
Εγώ πήγα πάντως στην κεντρική είσοδο, πήρα το ασανσέρ, ανέβηκα στον τέταρτο όροφο και είδα μια ωραία πόρτα.
Στην ωραία πόρτα ήταν κολλημένο ένα ωραίο χαρτί που έλεγε:
ΓΙΑ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ, ΚΑΤΕΒΕΙΤΕ ΣΤΟ ΙΣΟΓΕΙΟ, ΒΓΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ, ΜΠΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΕΙΣΟΔΟ ΚΑΙ ΠΑΡΤΕ ΤΟ ΑΣΑΝΣΕΡ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟ ΟΡΟΦΟ
(δική μου σιγή συνοδευόμενη από αποβλακωμένο βλέμμα)
«Με δουλεύουν?» μονολόγησα
«Ναι!» μου φάνηκε ότι άκουσα από τους ουρανούς. Κοίταξα από ένα μικρό παράθυρο ψηλά. Ο ουρανός ήταν ακόμα συννεφιασμένος και εκνευρισμένος πια.
«Μπα, ιδέα μου θα ήταν. Ακούω και φωνές τώρα? Ωραία....»
Μπήκα στο ασανσέρ και κατέβηκα στο ισόγειο. Πήγα με έναν ελαφρύ εκνευρισμό στη ρεσεψιόν. Μια κυρία που είχε σίγουρα πατήσει τα πρώτα –ήντα με κοίταζε με ένα χαμόγελο που έμοιαζε πότε ευγενικό, πότε ειρωνικό.
«Παρακαλώ?» μου λεει
Της εξηγώ με λίγα λόγια τι μου συνέβη. Πού είναι αυτός ο Δήμαρχος τέλος πάντων? Εδώ ή εκεί? Στην κενρική είσοδο ή στην άλλη? Εδω παπάς εκεί παπάς, που’ναι ο παπάς??
Το χαμόγελό της έγινε απόλυτα ειρωνικό τώρα και μου είπε:
«Δεν καταλάβατε τι σας είπαν μάλλον»
«Μα, αφού ήμουν στην πίσω είσοδο? Γιατί μου είπαν να πάω στην άλλη είσοδο? Πόσες εισόδους έχει το κτίριο?»
«Ε.. Τι να σας πω, όσο καιρό είμαι εγώ εδώ, δύο έχει. Τώρα αν εσείς ανακαλύψατε και τρίτη.....» (χαμόγελο που ξεχειλίζει ειρωνία αυτή τη φορά)
Την κοίταξα με το πιο μισητό βλέμμα που μπορούσα εκείνη τη στιγμή. Το χαμόγελό της έσβησε.
Πήρα το ασανσέρ και ανέβηκα επιτέλους στον τέταρτο όροφο.
……………..
Πολυτέλεια! Δερμάτινοι καναπέδες! Ξύλο παντού! Μια γοητευτική γραμματέας αδιαφορούσε για το σύμπαν γύρω της και μια χοντρή βοηθός γραμματέως έτρωγε ένα κρουασάν σοκολάτας.
«Παρακαλώ – τσομπ – τσομπ – τι θα θέλατε?» είπε.
«Εεεε... Για μια παράταση εκταφής...»
(Γουρλώνει τα μάτια, σταματάει να μασάει. Καταπίνει)
«γλουπ – Ειναι η πρώτη φορά που ζητάτε κάτι τέτοιο?» λέει αυστηρά.
«Ναι» λέω με λυπημένο ύφος «αλλά μου είπαν ότι ο τάφος είναι β’ κατηγορίας»
«Χμμμ...» μουγγρίζει αυτή. «Δύσκολο, δύσκολο. Πότε λήγει η τριετία?»
Απαντάω μηχανικά.
«Τι? ΤΙ?? Πολύ νωρίς ήρθατε!!! Ααα, να μας ξανάρθετε καμιά δεκαριά μέρες μετά τη λήξη της τριετίας!»
«ΜΕΤΑ τη λήξη?Δεν είναι λίγο αργά?» ξαφνιάζομαι.
«Ναι, μετά. Τωωωωρα, δεν θα βρούμε άκρη –τσομπ – τσομπ- γκλουπ. »
Μου έδωσε και το τηλέφωνο του γραφείου.
«Πάρτε ένα τηλέφωνο πριν έρθετε –τσομπ - να δουμε αν υπάρχουν πιθανότητες για εσάς, για τρίμηνη ανανέωση»
«ΤΡΙΜΗΝΗ???? Τόσο λίγο?» λέω με αγωνία
«Βεβαίως τρίμηνη! Και μετά το τρίμηνο θα ξανάρθετε και αν γίνεται... αν μπορούμε να κάνουμε κάτι για εσάς... ίσως να ανανεωθεί και για δεύτερο τρίμηνο. Δεν εξαρτάται από εμένα αυτό...»
«Μάλιστα. Ευχαριστώ»
........................
Η λήξη της τριετίας είναι μετά τις δημοτικές εκλογές βεβαίως-βεβαίως.
Η χοντρή κυρία δεν ήθελε να δεσμευτεί και να υποσχεθεί τίποτα απολύτως.
Η γοητευτική διπλανή της αρκέστηκε μόνο στο να μου πει ότι αν ο Δήμαρχος-Θεός δεχτεί το ταπεινό μου αίτημα, τότε θα πρέπει να πληρώσω 53 ευρώ για κάθε επιπλέον μήνα.
........................
Ηξερα ότι κάποιοι λαδώνονται για να βάλουν ρεύμα σε σπίτια που έχουν χτιστεί σχεδόν στο φεγγάρι.
Κάποιοι λαδώνουν για να βρουν σε νοσοκομείο δωμάτιο με κρεββάτι κι όχι διάδρομο με ράντζο.
Κάποιοι λαδώνουν για να βγάλουν δίπλωμα αυτοκινήτου.
Κάποιοι λαδώνουν για να περάσουν το μάθημα.
Πώς να λαδώσουν όμως για να παρατείνουν την ταφή τους??? Αφού είναι θαμμένοι οι άνθρωποι. Στριμωγμένοι σ’ένα φέρετρο και λιώνουν σιγά-σιγά.. μέρα με τη μέρα... ώρα με την ώρα... Ανήμποροι, αβοήθητοι, μόνοι.
ΠΩΣ ΝΑ ΛΑΔΩΣΕΙ Ο ΝΕΚΡΟΣ ΤΗ ΧΟΝΤΡΗ ΚΥΡΙΑ?
ΠΩΣ ΝΑ ΛΑΔΩΣΕΙ Ο ΝΕΚΡΟΣ ΤΟΝ ΔΗΜΑΡΧΟ?
Νιώθω αηδία.
Αηδία.
Και θα πάνε όλοι σαν υπνωτισμένοι να τους ψηφίσουν. Γιατί?
Τι σεισμός θα γινόταν αν δεν πήγαινε ΚΑΝΕΙΣ να ψηφίσει... Αν πήγαιναν τόσο λίγοι που γινόμασταν πρώτη είδηση παγκοσμίως....
Θα κατουριόντουσαν πάνω τους.
Στο χέρι μας είναι, όσο είμαστε εν ζωή. Γιατί μετά οι κύριοι δήμαρχοι θα μας γράψουν στα παλιά τους τα παπούτσια και θα μας πετάξουν σ’ενα τάφο β’ κατηγορίας με σκοπό να λαδώνονται κάθε τρεις μήνες από τα αγαπημένα μας πρόσωπα για να μας κάνουν τη χάρη να μας αφήσουν λίγο παραπάνω στο φερετράκι μας.....
ΡΙΞΤΕ ΤΟΥΣ ΜΙΑ ΜΟΥΤΖΑ!
Κάντε το για χάρη εκείνων που δεν είναι πια ανάμεσά μας.
4 comments:
Δεν έχω λόγια. Είναι απίστευτο.
Τιναπω .....η βλακεία και αναισθησία ..η απανθρωπιά σε όλο της το μέγαλείο!
Συγχαρητήρια για όλα αυτά που έχεις γράψει. Κατανίκησα την απύθμενη ασχετοσύνη μου όσον αφορά στους Η/Υ μόνο και μόνο για να σου πώ πως χαίρομαι που σε γνώρισα, έστω κι έτσι. Είναι το πρώτο σχόλιο που ( προσπαθώ να ) στείλω σε κάποιο blog,και πάλι μπράβο, συνέχισε έτσι...
ανωνυμε, σ'ευχαριστώ και με μεγάλη μου χαρά να ξαναδώ σχόλιό σου!
Post a Comment